Sifnos Guide

Ιστορικά Στοιχεία

sifnos_old_mapΗ Σίφνος είναι δήμος του Νομού Κυκλάδων και βρίσκεται στις δυτικές Κυκλάδες στη μέση του τριγώνου Σέριφου – Αντίπαρου – Κίμωλου. Ο Δήμος Σίφνου δημιουργήθηκε, μετά την ισχύ του νόμου Καποδίστρια, από τη συνένωση των Κοινοτήτων Απολλωνίας και Αρτεμώνος. Εχει έκταση 74τ.χλμ. πληθυσμό γύρω στους 2000 μόνιμους κατοίκους και απέχει 75 μίλια από τον Πειραιά.
Σύμφωνα με το μύθο, “Σίφνος” ονομαζόταν ο γιος του αττικού ήρωα Σουνίου του οποίου το όνομα δόθηκε στο νησί. Κατά άλλη εκδοχή το όνομα Σίφνος προήλθε από το επίθετο “σιφνός” που σημαίνει κενός, που παραπέμπει στο πλήθος των υπόγειων στοών των ορυχείων στο υπέδαφος του νησιού. Αναφέρεται επίσης και με τις ονομασίες “Ακίς”, “Μερόπη”, “Σίφανος”, “Σίφανα” ή “Σιφάντο”. Για τη Σίφνο η ιστορία έχει να δώσει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες. πρωτοκατοικήθηκε από τους Πελασγούς και κατόπιν από τους Φοίνικες, Κάρες και Λέλεγες και λέγονταν “Μερόπια”. Στη διάρκεια των χρόνων 3200-3000 π.Χ. στο νησί αναπτύχθηκαν οι τέχνες και το εμπόριο. Γνώρισε οικονομική άνθηση λόγω των μεταλλείων χρυσού και αργύρου. Αργότερα κατοικήθηκε από του Μίνωες γι’ αυτό και ονομάστηκε “Μίνωα”.

Αγγεία που βρέθηκαν στις περιοχές Κάστρο και Αγίου Ανδρέου μαρτυρούν την επίδραση και του μυκηναϊκού πολιτισμού. Γύρω στο 1100 π.Χ. φτάνουν στο νησί οι Ιωνες και τότε ξεκινά η εποχή που ονομάστηκε χρυσή εποχή της Σίφνου, με ιδιαίτερη ανάπτυξη της γεωργίας, της κεραμικής και του εμπορίου. Την εποχή αυτή ιδρύεται σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η αρχαία πρωτεύουσα της Σίφνου το “άστυ”, στο κέντρο της ανατολικής πλευράς του νησιού, στο σημερινό Κάστρο. Η νέα πόλη, αρχίζει να επεκτείνεται και από τον 6ο π.Χ. αιώνα αρχίζει να περιβάλλεται με τείχος. Οι ανασκαφές που έγιναν από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή 1934 – 1938 απέδωσαν λείψανα οικισμών και τάφους από τον 8ο αιώνα π.Χ. που μαρτυρούν τη συνεχή ζωή στο Κάστρο.

Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων.
Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων.

Ο 6ος αιώνας π.Χ. ήταν η εποχή της μεγάλης ακμής. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Σιφνιοί “νησιωτέων μάλιστα επλούτεον”, ότι ήταν δηλαδή οι πιο πλούσιοι από τους νησιώτες και αυτό γιατί στο νησί υπήρχαν μεταλλεύματα χρυσού και αργύρου. Ενδεικτικό του ότι η Σίφνος ήταν πολύ πλούσια είναι ότι στη Σίφνο κόβονται νομίσματα γύρω στο 600 π.Χ. μετά δηλαδή από την Αίγινα και πριν από την Αθήνα και την Κόρινθο. Το σπουδαιότερο και γνωστότερο αρχιτεκτόνημα της σιφνιακής δημιουργίας, αδιαμφισβήτητος μάρτυρας αίγλης και ανθηρής οικονομίας είναι ο “Θυσαυρός των Σιφνίων”, τον οποίο ανοικοδόμησαν και αφιέρωσαν οι κάτοικοι του νησιού στο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς.
Αργότερα έγινε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Στη συνέχεια ήλθαν οι Ρωμαίοι και κατόπιν ακολούθησε και η Σίφνος τη μοίρα που είχαν και τα άλλα νησιά. Βυζαντινοί, ενετική κυριαρχία με το Δουκάτο της Νάξου, ο Μπαρμπαρόσα και οι πειρατές του με τις λεηλασίες τους και μετά οι Τούρκοι, μέχρι την τελική απελευθέρωσή της το 1836.
Διατηρώντας όλα τα σημάδια που της άφησαν τα χρόνια της ιστορίας της, η Σίφνος είναι σήμερα ένας όμορφος τόπος με παραδοσιακούς οικισμούς, με κάτασπρα σπίτια με πανέμορφες παραλίες και λόφους πάνω στους οποίους απλώνονται σκαρφαλωμένα τα χωριά της.
Σήμερα ισχυρός οικονομικός παράγοντας είναι πλέον για τη Σίφνο ο τουρισμός, που ολοένα αυξάνει. Η Σίφνος, ιδιαίτερα το καλοκαίρι, κατακλύζεται από χιλιάδες κόσμο, που αποζητά να γευτεί τις ομορφιές της.
Οι περισσότεροι κάτοικοι ασχολούνται με τις τουριστικές επιχειρήσεις και επενδύουν όλο και περισσότερο στη βελτίωση των παρεχομένων προς τους επισκέπτες τους υπηρεσιών. Υπάρχουν πολλές ξενοδοχειακές μονάδες και πολλά ενοικιαζόμενα διαμερίσματα. Με την προσπάθεια της Πολιτείας, του Δήμου και των κατοίκων, η Σίφνος προσπαθεί να βελτιώσει τις υποδομές και το βιωτικό επίπεδο της.

Θησαυρός των Σιφνίων

Από τον θυσαυρό των Σιφνίων
Από τον θυσαυρό των Σιφνίων

Ο θησαυρός που αφιέρωσαν στους Δελφούς οι κάτοικοι της Σίφνου ήταν από τα πιο λαμπρά και πλούσια διακοσμημένα κτήρια στο ιερό του Απόλλωνα. Ήταν από τους πρώτους θησαυρούς που συναντούσε κανείς ανηφορίζοντας την Ιερά οδό και βρισκόταν στην αριστερή πλευρά της, δίπλα στο θησαυρό της πελοποννησιακής Σικυώνας και απέναντι από αυτόν των Μεγάρων. Στο εσωτερικό του φυλάσσονταν τα πολύτιμα αναθήματα που προσέφεραν κατά καιρούς οι Σίφνιοι στο ιερό. Η παράδοση για την ίδρυση του θησαυρού αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και από τον Παυσανία. Σύμφωνα με αυτή, στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. οι Σίφνιοι ήταν οι πιο πλούσιοι από όλους τους νησιώτες, επειδή είχαν αποκτήσει εξαιρετικά κέρδη από την εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που υπήρχαν στον τόπο τους. Αποφάσισαν, λοιπόν, να χαρίσουν στον Απόλλωνα τη δεκάτη από τα κέρδη τους, και έτσι έκτισαν το θησαυρό. Με βάση με τον πλαστικό διάκοσμο, η χρονολογία του μνημείου ανάγεται γύρω στο 525 π.Χ. ή λίγο νωρίτερα, αφού τη χρονιά εκείνη η Σίφνος λεηλατήθηκε από επαναστατημένους Σαμίους που είχαν ανάγκη χρημάτων.

Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων
Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων

Το κτήριο είναι μικρό σε διαστάσεις με μορφή ναΐσκου και για την κατασκευή του οι Σίφνιοι μετέφεραν ακριβό λευκό μάρμαρο από την Πάρο, ενώ για τα περισσότερα κτίσματα εκείνη την περίοδο έχει χρησιμοποιηθεί πωρόλιθος. Ήδη από την εποχή του Ηροδότου ήταν περίφημο για τον πλούσιο γλυπτό του διάκοσμο, που πράγματι αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της ύστερης αρχαϊκής τέχνης.Στην πρόσοψη, ανάμεσα στις παραστάδες τοποθετήθηκαν αντί για κίονες δύο αγάλματα κορών, που στηρίζουν το επιστύλιο, χαρακτηριστικά παραδείγματα της ιωνικής τέχνης αυτής της περιόδου. Το επιστύλιο κοσμείται από ιωνικό κυμάτιο και ζωφόρο, που περιβάλλει όλο το κτήριο. Στη δυτική πλευρά της παριστάνεται η κρίση του Πάρη, στη νότια η αρπαγή των Λευκιππιδών από τους Διόσκουρους, στη βόρεια, που είναι η καλύτερα διατηρημένη, η Γιγαντομαχία και στην ανατολική, στην πρόσοψη του μνημείου, η συγκέντρωση στον Όλυμπο των θεών που παρακολουθούν τον Τρωικό πόλεμο. Η ρωμαλέα έκφραση, η καθαρότητα, η δύναμη των μορφών και η εκπληκτική απόδοση των λεπτομερειών εντάσσονται αρμονικά στο χώρο της ζωφόρου, καλύπτοντας εύστοχα το διακοσμητικό χαρακτήρα της με τη σωστή διάταξη των μορφών και την αξιοποίηση του χώρου. Το αέτωμα, που επιστεγάζει το θησαυρό στην πρόσοψή του, διαθέτει και αυτό γλυπτό διάκοσμο, ο οποίος παρουσιάζει το μύθο της διαμάχης του Ηρακλή με τον Απόλλωνα για το δελφικό τρίποδα. Το συγκεκριμένο θέμα είναι από τα αγαπημένα των καλλιτεχνών της ύστερης αρχαϊκής εποχής, καθώς εμφανίζεται και στην αγγειογραφία. Το αέτωμα επιστέφεται με τρία ακρωτήρια: το κεντρικό παριστάνει σφίγγα, ενώ τα δύο ακραία Νίκες. Σήμερα από το θησαυρό των Σιφνίων διατηρούνται στη θέση τους μόνο τα θεμέλια και ένας αστράγαλος από τη διακόσμηση της βάσης. Όλος ο σωζόμενος γλυπτός διάκοσμος του κτηρίου έχει συντηρηθεί και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.

Πηγή http://sifnos.files.wordpress.com – Α.Τσαρούχα, Αρχαιολόγος

Ζωφόρος του θησαυρού των Σιφνίων

Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων
Αέτωμα του θυσαυρού των Σιφνίων

Ο θησαυρός των Σιφνίων αποτελεί εξαίρετο δείγμα της αρχαϊκής τέχνης, με πλούσιο γλυπτό διάκοσμο. Η μεγαλοπρέπειά του εξηγείται από την ιδιαίτερη οικονομική άνθηση που γνώριζε η Σίφνος χάρη στα μεταλλεία χρυσού και αργύρου που διέθετε. Η ζωφόρος του σώζεται σε καλή κατάσταση, τουλάχιστον στις τρεις πλευρές. Στην ανατολική απεικονίζονται οι ολύμπιοι θεοί να παρακολουθούν τη μάχη Ελλήνων και Τρώων, στη βόρεια η Γιγαντομαχία, η πάλη θεών και Γιγάντων για την κυριαρχία του κόσμου, στη δυτική η κρίση του Πάρη, η επιλογή της ωραιότερης θεάς ανάμεσα στις Αθηνά, Αφροδίτη και Ήρα, και στη νότια η αρπαγή γυναίκας, είτε η αρπαγή της Ιπποδάμειας από τον Πέλοπα, είτε η αρπαγή των Λευκιππιδών από τους Διόσκουρους. Το φόντο της ζωφόρου ήταν βαμμένο γαλάζιο, ενώ διατηρούνται και άλλα χρώματα, κυρίως στα μαλλιά, στα ενδύματα και στα όπλα των μορφών. Δίπλα σε αρκετά πρόσωπα ήταν γραμμένα με χρώμα τα ονόματά τους. Το έργο αποδίδεται στον Αθηναίο γλύπτη Ένδοιο και σε ένα δεύτερο, άγνωστο αλλά περισσότερο συντηρητικό.

Πηγή http://sifnos.files.wordpress.com – Α.Τσαρούχα, Αρχαιολόγος

Αρχαία Νομίσματα – Ασημένια Δραχμή Σίφνου

Η ασημένια Δραχμή της Σίφνου
Η ασημένια Δραχμή της Σίφνου

Η Σίφνος ήταν διάσημη από αρχαιοτάτων χρόνων για τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου. Σε ευγνωμοσύνη για την τύχη τους, οι κάτοικοι αφιέρωναν το δέκα τοις εκατό των κερδών τους στο θεό Απόλλωνα στους Δελφούς, όπου το Σιφνέϊκο Δημόσιο Ταμείο χτίστηκε από παριανό μάρμαρο το 530/525 π.Χ. περίπου. Λίγα πράγματα είναι γνωστά για την ιστορία του νησιού. Λέγεται ότι το 525 π.Χ. οι κάτοικοι της Σίφνου δέχτηκαν επίθεση από πειρατές και υποχρεώθηκαν να πληρώσουν 100 τάλαντα, ένα πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό για την περίοδο εκείνη. Κατά την περίοδο των Περσικών Πολέμων απέφευγαν την συμμετοχή τους, αλλά συνέβαλαν με ένα πλοίο στην μάχη της Σαλαμίνας. Το νησί ήταν μέλος της Δηλιακής Συμπολιτείας, στο ταμείο του οποίου συνέβαλε με εννέα τάλαντα. Η αρχαϊκή στατήρας της Σίφνου απεικονίζει έναν αετό που πετά προς τα δεξιά. Μετά τους Περσικούς Πολέμους το νομισματοκοπείο των Κυκλάδων σταμάτησε την κοπή νομισμάτων υπό την πίεση της Αθήνας. Μόνη εξαίρεση σε αυτό ήταν η Σίφνος. Οι στατήρες από ασήμι που χρονολογούνται από τις αρχές του 5ου αι π.Χ. έχουν μια παράσταση της κεφαλής του Απόλλωνα που φοράει στεφάνι κισσού στην εμπρόσθια όψη, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της Ιόνιας τέχνης. Στην άλλη πλευρά είναι χαραγμένος ένας αετός σε πτήση. Αυτό το διπλό μοτίβο –χάραξη και από τις δύο πλευρές- είναι μια καινοτομία που υιοθέτησε από μόνη της το νησί της Σίφνου σε αυτήν την περίοδο.

Πηγή http://sifnos.files.wordpress.com – Α.Τσαρούχα, Αρχαιολόγος

Μεταλλευτική Δραστηριότητα στη Σίφνο


kamaresΓια πολλούς αιώνες, από την αρχαιότητα και – διακοπτόμενα – μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, η μεταλλευτική δραστηριότητα ήταν η πιο προσοδοφόρα δραστηριότητα στο νησί της Σίφνου. Ο Ηρόδοτος πρώτος και έπειτα ο Παυσανίας, ο Στράβων, ο Πλίνιος και άλλοι συγγραφείς ανέφεραν το Λαύριο, τη Θάσο και τη Σίφνο ως περιβόητες για την αφθονία τους σε μεταλλεία αργύρου. Επίσης, έχει αποδεχθεί ότι στο νησί υπήρχαν και μεταλλεία χρυσού.
Προς τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. άρχισε η δεύτερη φάση συστηματικής εκμετάλλευσης των μεταλλείων της Σίφνου. Η πρώτη φάση είχε αρχίσει από τους προϊστορικούς κατοίκους του νησιού. «Οι αρχαϊκοί Σιφνιοί ξεκίνησαν την εξόρυξη μεταλλευμάτων μέσα στις ίδιες στοές που πρώτοι είχαν διανοίξει οι προϊστορικοί κάτοικοι του νησιού. Η χρυσοφόρα μεταλλοφορία σε αρχαίες στοές εντοπίσθηκε στις ΝΑ ακτές της Σίφνου και στις τοποθεσίες Άγιος Ιωάννης, Αποκοφτό (Σπηλιά του Αράπη) και Άσπρος Πύργος μέσα σε χαλαζιακούς φακούς και μεταλλοφορία σουλφιδίων. Οι αρχαίες στοές, που ακολουθούσαν τα σημεία εμφανίσεως του χρυσού, βρίσκονται σε μία μεταλλοφόρα ζώνη η οποία απέχει δέκα περίπου χιλιόμετρα από μία άλλη, παράλληλη ζώνη εμφανίσεων μολύβδου και αργύρου στις τοποθεσίες Άγιος Σώστης, Άγιος Σιλβέστρος, Κάψαλος και Ξερό Ξύλο που και αυτές παρακολουθούνται από αρχαίες γαλαρίες. Οι επιστήμονες είναι βέβαιοι ότι και σ’ αυτά τα μεταλλεία έγινε συστηματική και εντατική εξόρυξη μεταλλευμάτων κατά τους 6ο και 5ο αιώνες π.Χ.».
Η μέθοδος που ακολουθούσαν οι μεταλλωρύχοι της αρχαϊκής περιόδου ήταν η εξής:
Εκκένωση των προϊστορικών σημείων εκμετάλλευσης (τα οποία με ιδιαίτερη επιμέλεια έκλειναν οι προϊστορικοί συνάδελφοί τους, μην αφήνοντας ορατά σημάδια της δράσης τους). Οι προϊστορικές υποστυλώσεις ήταν πολύ στέρεες και για να μην προκαλέσουν διαταραχές έκαναν τόση διάνοιξη όση απαιτούνταν για να περάσουν και να ανοίξουν νέες στοές ή πηγάδια και να αναζητήσουν μετάλλευμα. Έτσι, είναι εμφανή και μέχρι σήμερα κάποια προϊστορικά τοιχία υποστυλώσεων. Οι αρχαϊκοί Σιφνιοί χρησιμοποιούσαν σιδερένια μυτερά και κωνικά εργαλεία όπως σφήνες, τσουγκράνες και λυχνάρια ελαίου για να φωτίσουν τις σκοτεινές στοές. Τα εργατικά χέρια των ντόπιων δεν επαρκούσαν για τις εργασίες στα μεταλλεία, τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Για το λόγο αυτό και παρά το γενικότερο κλίμα της αποικιοκρατίας, δεν παρατηρήθηκε έξοδος πληθυσμού από τη Σίφνο, αλλά ίσως και να ήρθαν στο νησί σκλάβοι και ειδικοί τεχνίτες από άλλα μέρη (Μ. Ασία). Το μετάλλευμα το εξήγαγαν σε άλλα μέρη, και κυρίως στον Πόρο και την Αίγινα. Κατά τους Κλασικούς χρόνους σημειώνεται διακοπή των εργασιών στα μεταλλεία για άγνωστους μέχρι στιγμής λόγους.
Μεταλλεία αργύρου υπάρχουν σε δύο θέσεις στο νησί: ένα στη θέση «Σχισμάδες»-επί του βουνού του προφήτη Ηλία-και ένα στα βορειοανατολικά, στην περιοχή Άγιος Σώστης–αν και πολλοί ντόπιοι και επιστήμονες είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι σχεδόν όλες οι υπόγειες στοές μεταλλείων επικοινωνούν μεταξύ τους. Η είσοδος του μεταλλείου βρίσκεται σε ένα κάβο λίγα μόλις μέτρα μακριά από τη θάλασσα και μέσα στα όρια του αιγιαλού. Το τοπωνύμιο Άη – Σώστης προέρχεται από ένα εκκλησάκι που είναι χτισμένο, να σημειώσουμε ότι το εκκλησάκι πρώτα ήτανε κτισμένο σε άλλη θέση από αυτή που έχει σήμερα. Όμως, τη δεκαετία του ’60, το έδαφος υποχώρησε, διότι από κάτω περνούσαν στοές, και το εκκλησάκι γκρεμίστηκε. Σε λίγα χρόνια ανεγέρθηκε νέο εκκλησάκι λίγα μέτρα παραπέρα, σε θέση που θεωρείται ασφαλέστερη. Εξακολουθούν όμως οι στοές να κρύβουν κινδύνους, αναφέρουμε μόνο ότι πριν δέκα περίπου χρόνια και κατά τη διάρκεια του πανηγυριού στον Άη Σώστη ένας άντρας έπεσε σε ένα πηγάδι που χρησίμευε για τον εξαερισμό των μεταλλείων, τραυματίστηκε πολύ σοβαρά, σε βαθμό που η σωτηρία του να θεωρείται ότι οφείλεται σε κάποια θαυματουργική επίδραση. Άλλη ονομασία που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα οι ντόπιοι για την περιοχή είναι «καταφύγια», διότι η δαιδαλώδης διαμόρφωση των στοών παρείχε ασφαλές καταφύγιο στους κατοίκους σε σχέση με τις επιδρομές των κατά καιρούς εχθρών. Θεωρείται ότι μεγάλο τμήμα του μεταλλείου έχει βυθιστεί στη θάλασσα. Μάλιστα, υπάρχουν ιστορίες που οι γεροντότεροι στη Σίφνο γνωρίζουν και οι οποίες αναφέρουν ότι σε παλαιότερη φάση λειτουργίας των μεταλλείων του Αγίου Σώστη (δεν γνωρίζουν όμως σε ποια περίοδο) είχε κτιστεί χωριό στην περιοχή με σπίτια για τη στέγαση των εργατών. Οι μαρτυρίες αυτές επαληθεύτηκαν εν μέρει στις αρχές του αιώνα όταν Καλύμνιοι σφουγγαράδες έρχονταν στη Σίφνο με τα καΐκια τους και διέδιδαν ότι όταν βουτούσαν συναντούσαν στο βυθό σπίτια καταποντισμένα, που ίσως επιβεβαιώνουν τη θεωρία ότι η περιοχή των μεταλλείων βυθίστηκε. Στο τέλος του 19ου αιώνα και μέχρι τα μέσα του 20ου αναθερμάνθηκε η μεταλλευτική δραστηριότητα στη Σίφνο, εξαιτίας του ενδιαφέροντος που έδειξαν ξένες εταιρείες (Γαλλική, Ιταλική), που όμως δεν σημείωσε σημαντικά κέρδη. Η δραστηριότητα αυτή αφορούσε κυρίως τα μεταλλεία που βρίσκονται κοντά στις Καμάρες και φτάνουν ως την κορυφή του Αγίου Συμεών (φαίνονται στη θέση Βορεινή, όπου σήμερα τα ανοίγματα των στοών χρησιμεύουν ως χωματερές).
Σήμερα, τα μεταλλεία στη θέση Άγιος Σώστης αποτελούν νομοθετημένο μνημείο, που όμως παραμένει τέτοιο μόνο τυπικά δεδομένου ότι δεν υπάρχει και δεν προβλέπεται αξιοποίησή του. Εμείς επισκεφθήκαμε το εκκλησάκι και τα μεταλλεία διανύοντας επί μία ώρα ένα μονοπάτι που ξεκινάει από το δρόμο Αρτεμώνα – Χερρονήσου. Στη διαδρομή σχετικά εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι στην περιοχή υπήρχαν μεταλλεία διότι σώζονται ακόμα τμήματα μικρών πύργων που συνέδεαν με συρματόσχοινα τις κορυφές του νησιού και με τον τρόπο αυτό μεταφέρονταν με βαγονέτα το μετάλλευμα από τη θέση εξόρυξης στο λιμάνι φόρτωσης (συνήθως το λιμάνι ήταν οι Καμάρες, στο νότιο τμήμα του οποίου υπάρχει ένας άλλος ψηλός πύργος, δίπλα στις εγκαταστάσεις του βιολογικού καθαρισμού όπου έφτανε το μετάλλευμα από τα μεταλλεία στα νότια, δηλαδή από το βουνό του Προφήτη Ηλία). Επίσης, τέτοιες εγκαταστάσεις υπάρχουν και στο Φάρο.
Ακόμη, από το σημείο που στο οπτικό πεδίου κάποιου θα συμπεριλαμβάνεται ο Άη-Σώστης (τόσο το καινούριο εκκλησάκι όσο και το μισογκρεμισμένο) παρατηρούνται τριγύρω υπολείμματα της εξόρυξης, σε μορφή ποικιλομέγεθων τεμαχίων, που ξεχωρίζουν από τα σχιστολιθικά πετρώματα εξαιτίας του φαιοκόκκινου χρώματός τους. Επίσης, παρατηρήσαμε την ύπαρξη απομειναριών κτισμάτων κατασκευασμένων από ξερολιθιά και κτισμένα ακριβώς στο όριο στεριάς – θάλασσας και τριγύρω αφημένα, ή καλύτερα κομμένα, τεμάχια σκουριασμένου συρματόσχοινου. Προφανώς όλα τα παραπάνω χρησίμευαν στην φόρτωση μεταλλεύματος στη μορφή που αυτό έβγαινε από τα έγκατα της γης (πιστεύεται ότι η επεξεργασία γινόταν σε άλλον τόπο).
Τέλος, καταφέραμε να εισέλθουμε σε μερικές από τις στοές των μεταλλείων και συγκεκριμένα σε αυτές που βρίσκονται κάτω από το παλιό ξωκλήσι. Παρατηρήσαμε ότι η κύρια στοά είχε ύψος περίπου δύο μέτρα και πλάτος άνω των τεσσάρων μέτρων, και ταυτόχρονα καταγράψαμε το πολύ μικρό μέγεθος των στοών που μόνο επιμήκεις σωλήνες θύμιζαν – «ίσα να περνά ένας άνθρωπος». Ακόμη, εντύπωση προκαλούν τα αμυδρά σημάδια από τα εργαλεία στα τοιχώματα, τον τρόπο που δημιουργούσαν το δαιδαλώδες δίκτυο των στοών ακολουθώντας τις φλέβες του μεταλλεύματος και «δημιουργώντας» θα λέγαμε, φυσικές κολώνες στήριξης που η διάμετρός τους είναι μικρή και μειούμενη προς τη βάση τους, καθώς και τα σημεία που είχαν σκαφτεί «φωταγωγοί» και «αγωγοί αερισμού» ακόμα και όταν βρίσκονται πολλά μέτρα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους.
Επιπλέον, σε ένα κοίλωμα μιας στοάς βρήκαμε μια μικρή ορθογώνια λακκούβα με νερό. Δεν μπορέσαμε να εξακριβώσουμε αν το νερό είναι γλυκό ή αλμυρό διότι από τη μία δίπλα στη λακκούβα βρισκόταν τα οστά ενός ζώου – αρνί ή κατσίκι – αλλά από την άλλη υπολογίζουμε ότι το βάθος στο οποίο είχαμε φτάσει ήταν στη στάθμη της θάλασσας. Η ύπαρξη των οστών δεν αποτελεί αξιοπερίεργο φαινόμενο καθώς μέχρι το σημείο εκείνο το δάπεδο των στοών ήταν καλυμμένο από υπολείμματα αμνοεριφίων προφανώς η είσοδος των μεταλλείων χρησιμεύει ως πρόχειρο κατάλυμα των κοπαδιών όταν οι καιρικές συνθήκες είναι δυσμενείς. Αυτή φαίνεται να είναι και η μοναδική χρήση των στοών στη σύγχρονη εποχή, ενώ εκτός από τις ημέρες εορτασμού του Αγίου Σώστη (6 και 7 Σεπτεμβρίου) και την ημέρα της Αναλήψεως, οπότε και γίνεται αγιασμός σε μαρμάρινη γούρνα, οι μοναδικοί επισκέπτες είναι οι λιγοστοί προσκυνητές (εκ των οποίων οι περισσότεροι φθάνουν διά θαλάσσης) και οι βοσκοί της περιοχής.

Πηγή: Από την μεταπτυχιακή εργασία της καθηγήτριας Οικιακής Οικονομίας στο Γυμνάσιο Σίφνου κ. Ασημίνας Θεοδώρου με τίτλο «χρήσεις γης και ήπιες μορφές ανάπτυξης για τη νήσο Σίφνο»

H εκμετάλλευση ευγενών μετάλλων στη Σίφνο αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία. Η Σίφνος διατηρούσε ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα θησαυροφυλάκια στους Δελφούς κατά την αρχαιότητα. Μεταλλεία μολύβδου και αργύρου βρίσκονται στο κεντρικό τμήμα του νησιού και χρυσού στο νοτιοανατολικό τμήμα της Σίφνου. Με εξαίρεση τα μεταλλεία του Αη-Σώστη, τμήμα των οποίων έχει βυθιστεί, όλα τα υπόλοιπα βρίσκονται σε υψόμετρο 200-700 μέτρων. Η εξόρυξη ήταν προσανατολισμένη κυρίως στα σώματα γιαρουσίτη που ήταν πλούσιος σε μόλυβδο και άργυρο. Ο χρυσός βρίσκεται σε χαλαζιακές φλέβες και σιδηρομετάλλευμα. Η εκμετάλλευση μολύβδου αργύρου άρχισε την πρώιμη εποχή του ορειχάλκου (3η χιλιετία π.Χ) και συνεχίστηκε την αρχαϊκή και κλασσική περίοδο (6ος και 5ος αιώνας π.Χ.)

Πηγή: Από την εργασία του κ. Μιχαήλ Βαβελίδη ,καθηγητή στο Τμήμα Γεωλογίας του Α.Π.Θ., με τίτλο «Η εκμετάλλευση χρυσού, αργύρου και μολύβδου στην Ελλάδα κατά την αρχαιότητα»)

Leave a Reply