Τα κάλαντα στη Σίφνο λέγονται την παραμονή και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς (δεν υπάρχουν κάλαντα των Χριστουγέννων ούτε των Φώτων) και τραγουδιούνται σε τοπικό σκοπό, που δεν έχει καμία σχέση με το «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά». Ήταν ξεχωριστές συνθέσεις για κάθε φορά με περιεχόμενο επίκαιρο, δηλαδή για τα γεγονότα της εποχής ή για να ζητήσουν κάτι από τους Αγίους. Καθένας λέει τα δικά του κάλαντα, που κάθε χρόνο είναι διαφορετικά. Οι περισσότεροι τα παραγγέλλουν σε ντόπιους ριμαδόρους, οι οποίοι τα γράφουν στα «μέτρα» του παραγγέλλοντος.
Τα κάλαντα θα μπορούσαν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: α) τα παιδικά, τα οποία έχουν στόχο να γεμίσει το πουγκί που κρεμούν τα παιδιά στο λαιμό τους, β) τα κάλαντα των επιτροπών, που λέγονται για να μαζευτούν χρήματα είτε για την επισκευή κάποιας εκκλησίας είτε για κάποιον κοινωφελή σκοπό και γ) τα κάλαντα της παρέας, που σκοπό έχουν να διασκεδάσουν ή και να προβληματίσουν – δεν εισπράττονται χρήματα, παρά μόνο ευχές και κεράσματα.
Η Σίφνος αποκαλείται «το νησί των ποιητών». Αυτό οφείλεται στο πατροπαράδοτο έθιμο των ντόπιων να φτιάχνουν αυτοσχέδια στιχάκια και να τα τραγουδούν σε κάθε ευκαιρία: στα πανηγύρια, στους αποκριάτικους χορούς, στους γάμους, στα βαφτίσια, στις ονομαστικές γιορτές, ακόμα και στην ταχυδρομική αλληλογραφία.
Τα στιχάκια στη Σίφνο φτιάχνονται επί τόπου, χωρίς καμία προετοιμασία. Μέσα σε δευτερόλεπτα ο ριμαδόρος πρέπει να βρει την ομοιοκαταληξία και να απαντήσει αμέσως και επί της ουσίας στην πάσα που έχει πάρει από τον προηγούμενο. Τραγουδιούνται σε σκοπό αργόσυρτο και οι παριστάμενοι χορεύουν πιασμένοι α λα μπρατσέτα, χαλαρά και αργά, επαναλαμβάνοντας όλοι μαζί τη ρίμα. Συνήθως συνοδεύονται από βιολί και λαούτο, αλλά και όταν δεν υπάρχουν όργανα ή όταν οι μουσικοί ξεκουράζονται, αναλαμβάνουν χρέη μουσικής επένδυσης τα «τούμπου – τούμπου».
Η συνήθεια μεταφυτεύθηκε εκεί κατά πάσα πιθανότητα από τους Κρητικούς που είχαν μεταναστεύσει μαζικά στη Σίφνο τον 17ο αιώνα, μετά την κατάληψη της Κρήτης τους από τους Τούρκους. Οι Σιφνιοί απεδείχθησαν δεινοί στιχοπλόκοι και ανέδειξαν σπουδαίους λαϊκούς ποιητές που έχουν μείνει στην ιστορία και στην καρδιά των συχωριανών τους. Θρυλική είναι μια παρέα ριμαδόρων που έδρασε στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου: Δεκαβάλλας, Καλλίτσα, Καραβάς, Μαγκανιέρης, Κωνσταντίνι, Βέλλης, Ζαμπέλης, Ελένη της Πετρούς, Μαρία Πετρωμένη και γερο-Ζαμαρίας.
Οι Σιφνιοί μπορούσαν να επινοούν επί ώρες στιχάκια για το ίδιο θέμα, άλλοτε πειράζοντας κάποιους από τους παρευρισκόμενους, άλλοτε ανταλλάσσοντας διαξιφισμούς μεταξύ τους. Ιδανικό πεδίο δράσης γι’ αυτούς ήταν οι αποκριάτικοι χοροί, που διοργανώνονταν σε σπίτια και συνήθως κρατούσαν μέχρι το πρωί. Διαβάστε μια συγκλονιστική στιχομυθία που έχει διασώσει ο Νίκος Γ. Σταφυλοπάτης στην εξαιρετική συλλογή του Τα λαϊκά τραγούδια και τα κάλαντα της Σίφνου, που βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών.
Ένα ανοιχτό θέμα ανάμεσα στους δύο πιο επιδέξιους ριμαδόρους, την Καλλίτσα και το δικηγόρο Αντώνη Δεκαβάλλα, ήταν το άτυχο ειδύλλιο της πρώτης με έναν επίσης δεινό στιχοπλόκο, το Κωνσταντίνι. Συνήθως έπιαναν το θέμα αυτό όταν το Κωνσταντίνι δεν ήταν εκεί (είχε ξενιτευτεί για χρόνια στην Αίγυπτο). Μια βραδιά όμως το έπιασαν παρόντος εκείνου… κι έπιασε μπόρα.
Μερικοί, συνήθως οι ξένοι που συμμετείχαν στα σιφνέικα γλέντια αλλά κάποιες φορές και οι καλοί ριμαδόροι, υπό το κράτος της πίεσης και του ενθουσιασμού, ενώ άρχιζαν καλά, στο τέλος έχαναν τη ρίμα ή τον ειρμό. Αυτά είναι τα λεγόμενα «ξίκολα», κάποια από τα οποία έμειναν στην ιστορία, ως μνημεία ασυναρτησίας:
Από την πόρτα σου περνώ
γλιστρώ και πέφτω χάμω
από ’κει δα κατάλαβα
πως τηγανίζεις ψάρια.
Άλλη μια αφορμή για την επίδειξη του πηγαίου ταλέντου των Σιφνιών στη στιχοπλοκία είναι τα κάλαντα. Τα κάλαντα στη Σίφνο λέγονται την παραμονή και ανήμερα της Πρωτοχρονιάς (δεν υπάρχουν κάλαντα των Χριστουγέννων ούτε των Φώτων) και τραγουδιούνται σε τοπικό σκοπό, που δεν έχει καμία σχέση με το «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά». Καθένας λέει τα δικά του κάλαντα, που κάθε χρόνο είναι διαφορετικά. Οι περισσότεροι τα παραγγέλλουν σε ντόπιους ριμαδόρους, οι οποίοι τα γράφουν στα «μέτρα» του παραγγέλλοντος. Τα κάλαντα θα μπορούσαν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: α) τα παιδικά, τα οποία έχουν στόχο να γεμίσει το πουγκί που κρεμούν τα παιδιά στο λαιμό τους, β) τα κάλαντα των επιτροπών, που λέγονται για να μαζευτούν χρήματα είτε για την επισκευή κάποιας εκκλησίας είτε για κάποιον κοινωφελή σκοπό και γ) τα κάλαντα της παρέας, που σκοπό έχουν να διασκεδάσουν ή και να προβληματίσουν – δεν εισπράττονται χρήματα, παρά μόνο ευχές και κεράσματα. Για τη διατήρηση του μοναδικού αυτού εθίμου, ο Δήμος Σιφναίων κάθε χρόνο διοργανώνει διαγωνισμό καλάντων, όπου κατατίθενται τα Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, βραβεύονται τα καλύτερα και εκδίδονται όλα, με έξοδα του Δήμου.
Πηγή: Δήμος Σίφνου – http://www.sifnos.gr